Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αλόη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αυτό το λήμμα αφορά το γένος Αλόη. Για το φυτό Aloe Vera, δείτε: Αλόη η γνησία.
Αλόη (Aloe ή Aloë)
Αλόη η σοκοτριανή (Aloe succotrina).[1]
Αλόη η σοκοτριανή (Aloe succotrina).[1]
Συστηματική ταξινόμηση
Σύστημα: κατά APG IV (2016)
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Κλάδος: Αγγειόσπερμα (Angiosperms)
Κλάδος: Μονοκότυλα (Monocots)
Τάξη: Ασπαραγώδη (Asparagales)
Οικογένεια: Ασφοδελοειδή (Asphodelaceae)
Υποοικογένεια: Ασφοδελοειδή (Asphodeloideae)
Γένος: Αλόη (Aloe)
Συνώνυμα[3]

[2]

  • Kumara Medik.
  • Lomatophyllum Willd.
  • Rhipidodendrum Willd.
  • Phylloma Ker Gawl.
  • Pachidendron Haw.
  • Agriodendron Endl.
  • Atevala Raf.
  • Busipho Salisb.
  • Chamaealoe A.Berger
  • ×Lomataloe Guillaumin
  • Leptaloe Stapf
  • Aloinella (A.Berger) Lemée
  • Guillauminia A.Bertrand
  • ×Alchamaloe G.D.Rowley
  • ×Aleptoe G.D.Rowley
  • ×Allauminia G.D.Rowley
  • ×Alamaealoe P.V.Heath
  • ×Aloella G.D.Rowley
  • ×Leptauminia G.D.Rowley
  • ×Chamaeleptaloe Rowley
  • ×Leptaloinella G.D.Rowley
  • ×Allemeea P.V.Heath
  • ×Aloptaloe P.V.Heath
  • Lemeea P.V.Heath
  • ×Bleckara P.V.Heath
  • ×Leminia P.V.Heath

Η Αλόη (Aloe ή Aloë) είναι ένα γένος που περιλαμβάνει πάνω από 500+ είδη ανθοφόρων, χυμωδών φυτών.[4] Το ευρύτερα γνωστό είδος είναι η Αλόη η γνησία (Aloe vera) και ονομάζεται έτσι επειδή, αν και πιθανώς εξαφανισμένη από την άγρια φύση, καλλιεργείται ως η βασική πηγή της λεγόμενης "αληθινής Αλόης" για διαφόρων ειδών φαρμακευτικούς σκοπούς.[5] Άλλα είδη, όπως η Αλόη η θηριώδης (Aloe ferox), επίσης καλλιεργείται ή συλλέγεται από την άγρια φύση για παρόμοιες εφαρμογές.

Το σύστημα APG III (2009), τοποθετεί το γένος στην οικογένεια Ξανθορροιοειδή (Xanthorrhoeaceae), στην υποοικογένεια Ασφοδελοειδή (Asphodeloideae).[6] Στο παρελθόν, είχε προσδιορισθεί στην οικογένεια Aloaceae (τώρα περιλαμβάνεται στα Xanthorrhoeaceae) ή σε γενικές γραμμές στο περίγραμμα της οικογένειας των λειριοειδών (Liliaceae).

Το φυτό Αγαύη η αμερικανική (Agave americana), που μερικές φορές ονομάζεται καταχρηστικά «Αμερικανική αλόη», δεν ανήκει πραγματικά στις αλόες, αλλά στην υποοικογένεια ασπαραγκοειδή (Asparagaceae), γένος Agavaceae.

Το γένος είναι εγγενές στην τροπική και νότια Αφρική, στη Μαδαγασκάρη, στην Ιορδανία, στην Αραβική Χερσόνησο και σε διάφορα νησιά του Ινδικού Ωκεανού (Μαυρίκιος, Ρεϋνιόν, Κομόρες κ.ά.). Λίγα είδη έχουν επίσης εγκλιματιστεί σε άλλες περιοχές (Μεσόγειος, Ινδία, Αυστραλία, Βόρεια και Νότια Αμερική κλπ.).[2]

Τα περισσότερα είδη αλόης έχουν μια ροζέτα από μεγάλα, παχιά, σαρκώδη φύλλα. Τα άνθη της αλόης είναι σωληνοειδή, συχνά κίτρινα, πορτοκαλί, ροζ, ή κόκκινα, και βαρύνουν, συγκεντρωμένα πυκνά και κρεμάμενα, στην κορυφή του απλά ή διακλαδισμένα, άνευ φύλλων μίσχους. Πολλά είδη της αλόης φαίνονται να είναι άκαυλα (χωρίς ποδίσκο), με τη ροζέτα να αναπτύσσεται άμεσα στο επίπεδο του εδάφους, άλλες ποικιλίες μπορεί να έχουν διακλαδισμένο ή μη διακλαδισμένο στέλεχος από το οποίο ξεπηδούν τα σαρκώδη φύλλα. Ποικίλλουν σε χρώμα από το γκρι μέχρι το φωτεινό πράσινο και είναι μερικές φορές ραβδωτά ή διάστικτα. Μερικά είδη αλόης, εγγενή στη Νότια Αφρική είναι δεντρόμορφα (δενδρώδη).[7]

Το σύστημα APG III (2009), όρισε το γένος Xanthorrhoea ως ξεχωριστό γένος, μέσα στην οικογένεια Ασφοδελάκεια (Asphodelacea).[6] Στο παρελθόν τοποθετούνταν στην οικογένεια Aloeaceae.

Είδη που κάποτε ήταν τοποθετημένα στην αλόη, όπως η Agave americana, έχουν μετακινηθεί σε άλλα γένη.[8]

Πάνω από 500 είδη είναι δεκτά στο γένος αλόη, συν ακόμα περισσότερα συνώνυμα και ανεπίλυτα είδη, υποείδη, ποικιλίες και υβρίδια. Μερικά από τα αποδεκτά είδη είναι:[4]

Εκτός από τα είδη και τα υβρίδια μεταξύ των ειδών εντός του γένους, αρκετά υβρίδια με άλλα γένη έχουν δημιουργηθεί στην καλλιέργεια, όπως μεταξύ της αλόης και της Γαστερίας (Gasteria) (×Gasteraloe) και μεταξύ της αλόης και της Αστρολόβου (Astroloba) (×Aloloba).

Παχύφυτα όπως η αλόη, αποθηκεύουν το νερό στα διευρυμένα σαρκώδη φύλλα τους, τους μίσχους ή τις ρίζες, όπως φαίνεται σε αυτό το σχισμένο φύλλο αλόης. Αυτό τους επιτρέπει να επιβιώνουν σε άνυδρα περιβάλλοντα.
Φυτό Aloe vossii.

Τα είδη αλόης συχνά καλλιεργούνται ως καλλωπιστικά φυτά, τόσο σε κήπους όσο και σε γλάστρες. Πολλά είδη αλόης είναι πολύ διακοσμητικά και αποτιμώνται από τους συλλέκτες των παχύφυτων. Η αλόη βέρα έχει χρησιμοποιηθεί από τον άνθρωπο, τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά και φέρεται να έχει κάποιες ιατρικές επιδράσεις, οι οποίες έχουν υποστηριχθεί από την επιστημονική και την ιατρική έρευνα.[5] Μπορούν επίσης να γίνουν σε τύπους ειδικών σαπουνιών.

Ιστορικές χρήσεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ιστορική χρήση των διαφόρων ειδών αλόης είναι καλά τεκμηριωμένη. Η τεκμηρίωση της κλινικής αποτελεσματικότητας είναι διαθέσιμη, αν και σχετικά περιορισμένη.[5][9]

Από τα 500+ είδη, λίγα μόνο χρησιμοποιούνται παραδοσιακά ως φυτικά φάρμακα, με την Αλόη τη γνησία (Aloe vera) και πάλι είναι από τα πλέον χρησιμοποιούμενα είδη. Περιλαμβάνονται επίσης τα είδη Α. η πέρρειος (Α. perryi) και Α. η θηριώδης (Α. ferox). Οι αρχαίοι Έλληνες και οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν την Αλόη τη γνησία για τη θεραπεία των πληγών. Κατά τον Μεσαίωνα, το κιτρινωπό υγρό που βρίσκεται μέσα στα φύλλα, προτιμήθηκε ως καθαρτικό. Η μη επεξεργασμένη αλόη που περιέχει αλοΐνη, χρησιμοποιείται γενικά ως καθαρτικό, ενώ ο επεξεργασμένος χυμός, συνήθως δεν περιέχει σημαντική ποσότητα αλοΐνης.

Ορισμένα είδη, ιδιαίτερα η Αλόη η γνησία, χρησιμοποιείται στην εναλλακτική ιατρική και τις πρώτες βοήθειες. Τόσο ο ημιδιαφανής εσωτερικός πολτός όσο και η ρητινώδης κίτρινη αλοΐνη από τον τραυματισμό του φυτού αλόης, χρησιμοποιούνται εξωτερικά για την ανακούφιση δερματικών ενοχλήσεων. Ως φυτικό φάρμακο, ο χυμός της Αλόης της γνησίας, συνήθως χρησιμοποιείται εσωτερικά για την ανακούφιση της πεπτικής δυσφορίας.[10][11]

Έχουν διεξαχθεί σχετικά λίγες μελέτες, αναφορικά με τα πιθανά οφέλη του ζελέ της αλόης που λαμβάνεται εσωτερικά. Τα συστατικά της αλόης έχουν δείξει σε μελέτες σε ζώα, τη δυνατότητα αναστολής της ανάπτυξης όγκου, αλλά τα αποτελέσματα αυτά δεν έχουν αποδειχθεί κλινικά σε ανθρώπους.[12] Ορισμένες μελέτες σε ζωικά μοντέλα, δείχνουν ότι τα εκχυλίσματα της αλόης, έχουν σημαντική αντιυπεργλυκαιμική δράση και μπορεί να είναι χρήσιμη για τη θεραπεία του διαβήτη τύπου II, αλλά οι μελέτες αυτές δεν έχουν επιβεβαιωθεί σε ανθρώπους.[13]

Σύμφωνα με το Ερευνητικό Κέντρο Καρκίνου στο ΗΒ (Cancer Research UK), ένα δυνητικά θανατηφόρο προϊόν που ονομάζεται T-UP, είναι κατασκευασμένο από συμπυκνωμένη αλόη και προωθείται ως θεραπεία του καρκίνου. Λένε ότι δεν υπάρχει σήμερα καμία απόδειξη ότι τα προϊόντα αλόης μπορούν να βοηθήσουν στην πρόληψη ή τη θεραπεία του καρκίνου στον άνθρωπο.[14]

Η Αλοΐνη ως καθαρτικό προϊόν

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 9 Μαΐου 2002, η Αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων εξέδωσε μια τελική εντολή που απαγόρευε τη χρήση της αλοΐνης, του κίτρινου χυμού των φυτών αλόης, για χρήση ως καθαρτικού συστατικού, σε πάνω από τον πάγκο (over-the-counter (OTC)) φαρμακευτικά προϊόντα.[15] Οι περισσότεροι χυμοί αλόης, σήμερα, δεν περιέχουν σημαντική ποσότητα αλοΐνης.

Χημικές ιδιότητες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με τον W. A. Shenstone, αναγνωρίζονται δύο κλάσεις αλοϊνών (aloins): (1) οι nataloins, οι οποίες αποδίδουν πικρικό και οξαλικό οξέα μαζί με νιτρικό οξύ και δεν δίνουν κόκκινο χρωματισμό με το νιτρικό οξύ και (2) οι barbaloins, που αποδίδουν aloetic οξύ (C7H2N3O5), chrysammic οξύ (C7H2N2O6), πικρικό και οξαλικό οξέα μαζί με νιτρικό οξύ, που κοκκινίζει από το οξύ. Αυτή η δεύτερη ομάδα μπορεί να διαιρεθεί στην α-barbaloins, που λαμβάνεται από την αλόη από τις νήσους Μπαρμπάντος, και κοκκινίζει με το κρύο και στη β-barbaloins, που λαμβάνεται από την αλόη από το νησί Σοκότρα της Υεμένης και τη Ζανζιβάρη, που κοκκινίζει με το απλό νιτρικό οξύ μόνο όταν θερμαίνεται ή με ατμίζον οξύ στο κρύο. Η Nataloin (2C17H13O7·H2O) δημιουργεί φωτεινές κίτρινες κλίμακες, barbaloin (C17H18O7) πρισματικών κρυστάλλων. Τα είδη της αλόης περιέχουν επίσης ίχνη πτητικού ελαίου, στο οποίο οφείλεται η οσμή τους.

Τα είδη Α. η πέρρειος, Α. η γνησία, Α. η θηριώδης και τα υβρίδια του είδους αυτού με την Α. την αφρικανική (A. africana) και την Α. την σταχυώδη (A. spicata) κατατάσσονται στις φυσικές αρωματικές ουσίες, από την κυβέρνηση των ΗΠΑ, στον Ηλεκτρονικό Κώδικα των Ομοσπονδιακών Κανονισμών (Electronic Code of Federal Regulations).[16]

Οικοσηματολογική εμφάνιση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το είδος Αλόη η αιγιάλειος (Aloe littoralis) (συν. Α. η ερυθρόχρυσος (Aloe rubrolutea) εμφανίζεται ως ηγήτωρ στην εραλδική (οικοσηματολογία), όπως για παράδειγμα στην Αστική Εραλδική της Ναμίμπια.[17]

  1. 1897 illustration from Franz Eugen Köhler, Köhler's Medizinal-Pflanzen
  2. 2,0 2,1 «Aloe». World Checklist of Selected Plant Families. Royal Botanic Gardens, Kew. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Μαΐου 2013. Ανακτήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 2013. 
  3. The Plant List, Agave sisalana
  4. 4,0 4,1 The Plant List (2010). Version 1. Published on the Internet; http://www.theplantlist.org/ (accessed July 2013)
  5. 5,0 5,1 5,2 «Aloe Vera: Science and Safety». NIH National Center for Complementary and Alternative Medicine. Απριλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 31 Μαρτίου 2013. 
  6. 6,0 6,1 Stevens, P.F. (2001 onwards), "Paracryphiaceae", Angiosperm Phylogeny Website, retrieved 2014-09-19
  7. Rodd, Tony· Stackhouse, Jennifer (2008). Trees: a Visual Guide. Berkeley: University of California Press. σελ. 131. ISBN 9780520256507. 
  8. «Aloe americana». World Checklist of Selected Plant Families. Royal Botanic Gardens, Kew. Ανακτήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 2013. 
  9. Tom Reynolds, επιμ. (2004). Aloes: the Genus Aloe. Boca Raton: CRC Press. ISBN 978-0-415-30672-0. 
  10. Wong, Cathy (15 Σεπτεμβρίου 2012). «Heartburn Remedies». About.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Δεκεμβρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 26 Μαρτίου 2015. 
  11. «Aloe IBS study». 
  12. Cosmetic Ingredient Review Expert, Panel (2007). «Final report on the safety assessment of Aloe andongensis extract, Aloe andongensis leaf juice, Aloe arborescens leaf extract, Aloe arborescens leaf juice, Aloe arborescens leaf protoplasts, Aloe barbadensis flower extract, Aloe barbadensis leaf, Aloe barbadensis leaf extract, Aloe barbadensis leaf juice, Aloe barbadensis leaf polysaccharides, Aloe barbadensis leaf water, Aloe ferox leaf extract, Aloe ferox leaf juice, and Aloe ferox leaf juice extract». Int. J. Toxicol. 26 (Suppl 2): 1–50. doi:10.1080/10915810701351186. PMID 17613130. 
  13. Tanaka M, Misawa E, Ito Y, Habara N, Nomaguchi K, Yamada M, Toida T, Hayasawa H, Takase M, Inagaki M, Higuchi R (2006). «Identification of five phytosterols from Aloe vera gel as anti-diabetic compounds». Biol. Pharm. Bull. 29 (7): 1418–22. doi:10.1248/bpb.29.1418. PMID 16819181. 
  14. «Aloe». Cancer Research UK. Ανακτήθηκε στις 1 Αυγούστου 2013. [νεκρός σύνδεσμος]
  15. «Status of certain additional over-the-counter drug category II and III active ingredients. Final rule». Fed Regist (Food and Drug Administration, HHS) 67 (90): 31125–7. 2002. PMID 12001972. 
  16. §172.510 Natural flavoring substances and natural substances used in conjunction with flavors e-CFR
  17. «Civic Heraldry of Namibia». Heraldry of the World. Ralf Hartemink. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Δεκεμβρίου 2007. Ανακτήθηκε στις 31 Μαρτίου 2013. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]