true

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
παραθετικά
θετικός true
συγκριτικός truer / more true
υπερθετικός truest / most true

Επίθετο

[επεξεργασία]

true (en)

  • αληθινός, είναι αλήθεια, αληθεύει
    ⮡  It is true.
    Είναι αλήθεια.
    ⮡  This is not true.
    Αυτό δεν είναι αλήθεια.
    ⮡  Is the news true?
    Είναι τα νέα αλήθεια;
    ⮡  Is it true that he resigned?
    Αληθεύει ότι παραιτήθηκε;

Εκφράσεις

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]