Μετάβαση στο περιεχόμενο

Φουλβαλένιο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Φουλβαλένιο
Γενικά
Όνομα IUPAC Δ1,1΄-δικυκλοπενταδιενυλιδένιο[1]
Άλλες ονομασίες (Πεντα)Φουλβαλένιο
Δικυκλοπεντυλιδενο-2,4,2΄,4΄-τετραένιο
Χημικά αναγνωριστικά
Χημικός τύπος C10H8
Μοριακή μάζα 128,17 amu
Αριθμός CAS 91-12-3
SMILES C=1\C=C/C(/C=1)=C2\C=C/C=C2
InChI 1S/C10H8/c1-2-6-9(5-1)10-7-3-4-8-10/h1-8H
PubChem CID 10908294
ChemSpider ID 9083553
Δομή
Διπολική ροπή 0 D
Μοριακή γεωμετρία επίπεδη
Ισομέρεια
Ισομερή θέσης >100
Φυσικές ιδιότητες
Χημικές ιδιότητες
Αυτοδιμερισμός -50 °C
Επικινδυνότητα
Εκτός αν σημειώνεται διαφορετικά, τα δεδομένα αφορούν υλικά υπό κανονικές συνθήκες περιβάλλοντος (25°C, 100 kPa).

Το φουλβαλένιο[2] (αγγλικά fulvalene) είναι αλεικυκλική ακόρεστη οργανική χημική ένωση, που περιέχει άνθρακα και υδρογόνο, δηλαδή είναι αλεικυκλικός ακόρεστος υδρογονάνθρακας, με μοριακό τύπο C10H8. Ανήκει σε μια ευρύτερη ομάδα «θυγατρικών» παραγώγων του αλλά και μη, που επωνομάζονται συλλήβδην φουλβένια. Έχει θεωρητικό ενδιαφέρον, ως ένας από τους απλούστερους μη βενζοειδείς συζυγείς υδρογονάνθρακες. Το φουλβαλένιο είναι ένα ασταθές ισομερές του ναφθαλινίου και του αζουλενίου. Δομικά, το φουλβένιο αποτελείται από δυο συζυγείς κυκλοπενταδιενικούς δακτυλίους, που συνδέονται μεταξύ τους με διπλό δεσμό.  Έχει D2h συμμετρία.

Μια προηγούμενη προσπάθεια για σύνθεση του φουλβαλένιου, το 1951 από τους Παύσον (Pauson) και Κήλυ (Kealy), οδήγησε στην τυχαία ανακάλυψη του φερροκένιου.[3] Η πρώτη επιτυχής σύνθεση φουλβαλένιου αναφέρθηκε το 1958 από την Μάτζνερ (Ε. Α. Matzner), στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ, όπου η ερευνήτρια εργάζονταν υπό τον Γουΐλλιαμ φον ΄Εγκερς Ντέρινγκ (William von Eggers Doering).[4] Σύμφωνα με τη μέθοδο αυτή, για την οποία υπάρχει μόνο η ουδέποτε δημοσιευμένη πρωτότυπη διατριβή, χρησιμοποιήθηκαν ως πρόδρομο χημικό είδος κυκλοπενταδυενυλανιόντα, τα οποία σε συνδυασμό με  διιώδιο (I2)  έδωσαν 1,1΄-διυδροφουλβαλένιο, το οποίο με τη σειρά του υπέστη διπλή αποπροτωνίωση από βουτυλολίθιο (BuLi). Το έτσι παραγώμενο 1,1΄-διανιόν φουλαβαλενίου στη συνέχεια οξειδώθηκε από διοξυγόνο (O2), σχηματίζοντας τελικά φουλβένιο. Το φουλβένιο παρατηρήθηκε φασματοσκοπικά στους 77 K, προερχόμενο από τη φωτόλυση του διαζωκυκλοπενταδιενίου, που οδήγησε στο διμερισμό του ενδιάμεσα παραχθέντος κυκλοπενταδιενυλιδενίου (που είναι ένα καρβένιο)[5]. Τo φάσμα υπεριώδους ακτινοβολίας της ένωσης λήφθηκε από την ομάδα Ντέρινγκ. Ωστόσο, η τελική απομόνωση της ένωσης πραγματοποιήθηκε το 1986,[6] μέσω μιας μεθόδου παρόμοιας με αυτήν της ομάδας Ντέρινγκ. Η ένωση βρέθηκε ότι είναι μη αρωματική και εξαιρετικά δραστική πάνω από τους -50 °C, δίνοντας διμερισμό κατά Ντιλς-Άλντερ.

Θυγατρικά φουλβαλένια

Το περιχλωροφουλβαλένιο (C10Cl8) είναι αρκετά σταθερό, σε αντίθεση με τον αντίστοιχο υδρογονάνθράκα.[7] Επίσης, το 2,2΄,5,5΄-τετραθειαφουλβαλένιο είναι ένας οργανικός ημιαγωγός.

  • Γ. Βάρβογλη, Ν. Αλεξάνδρου, Οργανική Χημεία, Αθήνα 1972
  • Α. Βάρβογλη, «Χημεία Οργανικών Ενώσεων», παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1991
  • SCHAUM'S OUTLINE SERIES, ΟΡΓΑΝΙΚΗ ΧΗΜΕΙΑ, Μτφ. Α. Βάρβογλη, 1999
  • Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982
  1. Ονοματολογία Οργανικών Ενώσεων, Πολυχρόνη Σ. Καραγκιοζίδη, Θεσσαλονίκη 1991, Β΄ Έκδοση, §5ΙΙΑ.5.4., σελ. 43.
  2. Δείτε τις εναλλακτικές ονομασίες στον παρακείμενο πίνακα πληροφοριών χημικής ένωσης.
  3. T. J. Kealy, P. L. Pauson (1951). «A New Type of Organo-Iron Compound». Nature 168 (4285): 1039. doi:10.1038/1681039b0. 
  4. Dissertation Abstracts Int'l 26-06 page 3270 6411876.
  5. Photochemical Experiments in Rigid Media at Low Temperatures.
  6. Synthese von Pentafulvalen durch oxidative Kupplung von Cyclopentadienid mittels Kupfer(II)-chlorid André Escher, Werner Rutsch, Markus Neuenschwander Helvetica Chimica Acta Volume 69 Issue 7, Pages 1644 - 1654 1986
  7. Mark, V. “Perchlorofulvalene” Organic Syntheses, Collected Volume 5, p.901 (1973). http://www.orgsyn.org/orgsyn/pdfs/CV5P0901.pdf