Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ουάλης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Για τον συναυτοκράτορα του Λικίνιου, δείτε: Βαλέριος Ουάλης.
Ουάλης
Περίοδος28 Μαρτίου 364 - 9 Αυγούστου 378
ΠροκάτοχοςΟυαλεντινιανός Α΄
ΔιάδοχοςΘεοδόσιος Α΄
Γέννηση328
Σιμπάλαε, Παννονία (σημερινό Βίνκοβτσι, Κροατία)
Θάνατος9 Αυγούστου 378 (50 ετών)
Αδριανούπολη
ΣύζυγοςΑλβία Δομινίκη
ΕπίγονοιΒαλεντινιανός Γαλάτης[1]
ΟίκοςΔυναστεία του Βαλεντινιανού
ΠατέραςΓρατιανός ο πρεσβύτερος
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα (π  σ  ε )

Ο Ουάλης ή Βάλης (Flavius Iulius Valens, 3289 Αυγούστου 378) ήταν Ρωμαίος αυτοκράτορας από το 364 έως το 378. Όταν έγινε αυτοκράτορας ο αδελφός του Ουαλεντινιανός Α΄ του έδωσε να κυβερνήσει το ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας, την μετέπειτα Βυζαντινή αυτοκρατορία. Στην αρχή είχε μια μακρόχρονη στρατιωτική καριέρα χωρίς σημαντικά γεγονότα, όταν επιτέθηκαν οι Γότθοι συνετρίβη και σκοτώθηκε στην Μάχη της Αδριανούπολης, αυτό ήταν η αρχή της παρουσίας των βαρβάρων στα Βαλκάνια. Την εποχή που έγινε αυτοκράτορας αντιμετώπισε πλήθος από απειλές, εσωτερικές και εξωτερικές.[2] Μετά την υποταγή του σφετεριστή Προκόπιου προχώρησε σε εκστρατεία εναντίον των Γότθων κατά μήκος του Δούναβη (367-369). Τα επόμενα χρόνια έστρεψε το ενδιαφέρον του στα ανατολικά σύνορα που βρίσκονταν σε απειλή από τους Πέρσες ειδικά στην Αρμενία, επιτέθηκαν επίσης Σαρακηνοί και Ίσαυροι. Στο θέμα των έργων κατασκεύασε το Υδραγωγείο του Ουάλεντος στην Κωνσταντινούπολη, αρκετά μεγαλύτερο από το αντίστοιχο της Ρώμης. Οι Γοτθικοί πόλεμοι (376-377) ήταν μια προσπάθεια των Γερμανικών φύλων να εισβάλουν στα Βαλκάνια. Ο Ουάλης επέστρεψε από την ανατολή για να τους αντιμετωπίσει, αλλά ο κακός συντονισμός με τον ανεψιό του Γρατιανό γιο του Ουαλεντινιανού Α΄ έφερε αναρχία και αταξία, συνετρίβη στην Αδριανούπολη και σκοτώθηκε με το μεγαλύτερο τμήμα του στρατού του (378). Περιγράφεται αναποφασιστικός, ανίκανος για την μάχη, ήταν ωστόσο αρκετά ικανός στον διοικητικό τομέα, απάλλαξε όλους τους φτωχούς από την βαριά φορολογία.[3] [4] Την ίδια εποχή οι φήμες για συνομωσίες και ο φόβος του τον οδήγησαν σε μια μεγάλη σειρά από αδικαιολόγητες εκτελέσεις υπόπτων. Στον θρησκευτικό τομέα προσπάθησε να συμβιβάσει τις διαφορές που είχαν οι χριστιανοί της Νίκαιας και οι Αντιτριαδικοί, αδιαφόρησε πλήρως για τους ειδωλολάτρες.[4][5][6]

Ο Ουάλης και ο μεγαλύτερος αδελφός του Ουαλεντινιανός γεννήθηκαν αντίστοιχα το 328 και το 321 στο Βινκόβτσι στην Πανονία Σεκούντα από οικογένεια Ιλλυρικής καταγωγής.[7][8] Ο πατέρας τους Γρατιανός ο Πρεσβύτερος υπηρέτησε τον Ρωμαϊκό στρατό και διορίστηκε κόμης της Αφρικής, τα δύο αδέλφια μεγάλωσαν στα πατρικά κτήματα στην Αφρική και την Βρετανία.[9][10] Οι αυτοκράτορες Ιουλιανός και Ιοβιανός διόρισαν τον Ουάλη προστάτη Δομέστικο. Ο ιστορικός του 5ου αιώνα Σωκράτης ο Σχολαστικός γράφει ότι την εποχή που ήταν αυτοκράτορας ο Ιουλιανός ο Ουάλης αρνήθηκε να προσφέρει παγανιστικές θυσίες, δεν υπέκυψε σε οποιαδήποτε πίεση.[8] Ο μεγαλύτερος αδελφός του Ουάλη Ουαλεντινιανός Α΄ έγινε και ο ίδιος Δομέστικος προστάτης και στην συνέχεια προβιβάστηκε σε Τριβούνο (357).[9] Ο αυτοκράτορας Κωνστάντιος Β´ τον έστειλε σε αποστολές στην Γαλατία και την Μεσοποταμία.[9] Το Χρονικό του Ιερώνυμου και το Πασχάλιο χρονικό γράφουν ότι ο μεγαλύτερος ανεψιός του Γρατιανός γεννήθηκε στο Σίρμιο, στο Σρέμσκα Μιτρόβιτσα από την σύζυγο του Ουαλεντινιανού Α΄ Μαρίνα Σεβέρα.[11][12] Τον Ιουλιανό που έπεσε στους Περσικούς πολέμους, διαδέχθηκε ο νεαρός αυτοκράτορας Ιοβιανός, μετά το πέρας του πολέμου αποφάσισε να επιστρέψει από την Συρία στην Κωνσταντινούπολη για την επίσημη στέψη του.[13] Ο Θεμίστιος γράφει ότι στην επιστροφή έκανε μια πρώτη στάση στην Άγκυρα για να συγκληθεί το πρώτο αυτοκρατορικό συμβούλιο, μαζί του ήταν και ο ανήλικος γιος του Βαρρονιανός ο νεότερος (1 Ιανουαρίου 364).[13] Ο Ιοβιανός πέθανε στα Δαδάστανα, στον δρόμο από την Άγκυρα στην Κωνσταντινούπολη (17 Φεβρουαρίου 364). Ο ιστορικός Ευτρόπιος γράφει ότι θεοποιήθηκε σαν "ο θείος Ιοβιανός".[14] Ο Ουαλεντινιανός Α΄ οφείλει την άνοδο του στον αυτοκρατορικό θρόνο στον θάνατο του Ιοβιανού.[15] Ο Αμμιανός Μαρκελλίνος γράφει ότι συνεκλήθη συμβούλιο στην Νίκαια της Βιθυνίας στην οποία ο Ουαλεντινιανός Α΄ ανακηρύχτηκε Αύγουστος.[15] Το Πασχάλιο Χρονικό γράφει ότι η ημερομηνία της στέψης του ήταν η 25η Φεβρουαρίου 364.[16] Ο ιστορικός του 5ου αιώνα Σωζομενός γράφει ότι ο Ουαλεντινιανός Α΄ ήταν χριστιανός της Νίκαιας και ο Ουάλης Αρειανός από την τάξη των Όμοιοι (αρειανιστές)|Ομοίων).[8]

Η επανάσταση του Προκόπιου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Σόλιδος με παράσταση του Ουάλη

Την εποχή που ο Ουάλης απουσίαζε από την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας ο σφετεριστής Προκόπιος ξάδελφος από μητέρα του Ιουλιανού, του τελευταίου ααυτοκράτορα από την Δυναστεία του Κωνσταντίνου ανακηρύχτηκε Αύγουστος (28 Σεπτεμβρίου 365).[17] Ο Ουάλης την εποχή που το έμαθε βρισκόταν στην Καισάρεια της Καππαδοκίας, σύμφωνα με τον Αμμιανό ο Προκόπιος καταγόταν από την Κιλικία.[18][19] Ο ιστορικός του 5ου αιώνα Ζώσιμος γράφει ότι ο Προκόπιος προοριζόταν για διάδοχος του Ιουλιανού.[19] Ο Προκόπιος διοικούσε ένα τμήμα του στρατού στην εκστρατεία του Ιουλιανού εναντίον των Περσών αλλά δεν ήταν παρόν την εποχή που ο Ιοβιανός ανακηρύχτηκε αυτοκράτορας στον Τίγρη.[20] Ο Αμμιανός γράφει ότι στην σύντομη βασιλεία του Ιουλιανού ο Προκόπιος αποσύρθηκε σαν ιδιώτης.[17] Παρά το γεγονός ότι ο Ιοβιανός ήταν αδιάφορος απέναντι του ο Ουαλεντινιανός ανησύχησε έντονα μαζί του όταν έγινε αυτοκράτορας.[20] Ο Ουάλης ήταν Αρειανός όπως ο προκάτοχος του Κωνστάντιος Β΄, δεν δίσταζε καθόλου να στείλει εξορία τους αντιπάλους του, οπαδούς του χριστιανισμού της Νίκαιας.

Ο Προκόπιος είχε την υποστήριξη από την μεταθανάτια κόρη του Κώνστα Β΄ Φλαβία Μαξίμα Κωνσταντία, η μητέρα της ήταν η τρίτη σύζυγος του Φαυστίνα.[21][22] Ο Προκόπιος δεν ήταν δημοφιλής χάρη στην μεγάλη αύξηση των φόρων, η απόλυση του δημοφιλούς υπουργού του Ιουλιανού Σαλούτιου ήταν αιτία επανάστασης.[23] Ο Ουάλης ωστόσο τρομοκρατήθηκε όταν έμαθε ότι σφετερίστηκε τον θρόνο ο Προκόπιος, ήταν έτοιμος να παραιτηθεί, ο στρατός του δραπέτευσε στην Κιλικία. Ο Προκόπιος κέρδισε τις περιοχές της Ασίας και της Βιθυνίας, ο Ουάλης ωστόσο ανέκαμψε σύντομα και ξεκίνησε αντεπίθεση.[24] Ο Ουάλης έστειλε στρατό εναντίον του Προκόπιου αλλά πριν φτάσουν στην Κωνσταντινούπολη αποστάτησαν στον Προκόπιο.[19][25] Ο Αμμιανός, ο Σωκράτης Σχολαστικός και ο Σωζομενός γράφουν ότι τελικά επικράτησε ο Ουάλης ύστερα από οκτώ μήνες πολιορκίας. Ο Προκόπιος ηττήθηκε στην Μάχη των Θυατείρων και κατόπιν στην μάχη της Νακόλειας (27 Μάϊου 366), την επόμενη μέρα σύμφωνα με το Damnatio memoriae (28 Μαίου 366) δικάστηκε και εκτελέστηκε.[17][19][26] Ο Αμμιανός συγγενής του Προκόπιου γράφει ότι ο Δομέστικος Μάρκελλος ανακηρύχτηκε αυτοκράτορας στην Χαλκηδόνα αλλά σύμφωνα με τον Ζώσιμο ανατράπηκε σύντομα και εκτελέστηκε.[17] Ο βασικός στόχος του Ουάλη ήταν να αντιμετωπίσει τους θανάσιμους κινδύνους για την αυτοκρατορία όπως η Αυτοκρατορία των Σασσανιδών και οι Γότθοι.[8]

Χρυσό μετάλιο με παράσταση του αυτοκράτορα Ουάλη έφιππου

Ο γιος του Ουάλη Βαλεντινιανός Γαλάτης γεννήθηκε (18 Ιανουαρίου 366) την ίδια χρονιά που ο ανεψιός του Γρατιανός ανακηρύχτηκε Ύπατος.[14][27] Ο αδελφός του Ουαλεντινιανός Α' ανάρρωσε από ασθένεια (367) και όρισε τον γιο του στην Αμιένη Συναυτοκράτορα χωρίς να γίνει πρώτα Καίσαρας.[16][27][28] Ο δάσκαλος του Γρατιανού ήταν ο γνωστός ρήτορας Αυσόνιος, τον μνημονεύει στα επιγράμματα και τα ποιήματα του.[27] Την περίοδο 365-368 ο Ουαλεντινιανός και ο Ουάλης άρχισαν να αναμορφώνουν τα Ρωμαϊκά νομίσματα, έλοιωσαν τα χρυσά και ασημένια νομίσματα στο Νομισματοκοπείο.[8][9] Τα δύο αδέλφια βελτίωσαν το φορολογικό σύστημα και περιόρισαν τις σπατάλες.[9]

Οι Γοτθικοί πόλεμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ουαλεντινιανός και ο Ουάλης ανακηρύχτηκαν για δεύτερη φορά Ύπατοι.[29][30] Ο Ουάλης επιτέθηκε με επιτυχία στους Γότθους, ο Θεμίστιος και ο ιστορικός του 5ου αιώνα Ζώσιμος γράφει ότι τακτοποιήθηκε μεταξύ τους σύντομα ειρήνη.[8] Ο βασιλιάς των Γότθων Ερμανάρικος, ήταν πανίσχυρος και κυβερνούσε μια μεγάλη περιοχή βόρεια από τον Δούναβη, από την Μαύρη Θάλασσα μέχρι την Βαλτική Θάλασσα, ανέλαβε να ενισχύσει τον Προκόπιο με ισχυρό στρατό.[31] Ο στρατός του Ερμανάρικου απαριθμούσε περισσότερους από 30.000 άντρες αλλά έφτασε αργά στην Κωνσταντινούπολη, ο Προκόπιος είχε ήδη ηττηθεί. Ο Ουάλης αφού θανάτωσε τον Προκόπιο βάδισε βόρεια να εκδικηθεί τους Γότθους, τους περικύκλωσε, αυτοί διαμαρτυρήθηκαν και ζήτησαν ειρήνη. Με προτροπή του αδελφού του Ουαλεντινιανού ο Ουάλης αρνήθηκε να κλείσει συμφωνία και τους κήρυξε τον πόλεμο.[32] Την άνοιξη του 367 τα στρατεύματα του Ουάλη διέσχισαν τον Δούναβη και επιτέθηκαν στον βασιλιά των Βησιγότθων Αθανάριχο έναν υποτελή του Ερμανάρικου, ο Γότθοι δραπέτευσαν στα Καρπάθια Όρη αλλά η μάχη δεν ανέδειξε νικητή. Την επόμενη χρονιά οι πλημμύρες εμπόδισαν τον Ουάλη να διασχίσει τον Δούναβη, ο αυτοκράτορας παρέμεινε στην περιοχή και ασχολήθηκε με την κατασκευή κάστρων. Ο Ουάλης διέσχισε ξανά τον Δούναβη (369), λεηλάτησε την χώρα και νίκησε τον Αθανάριχο στην "μάχη του Νοβιόδουνου". Οι δυνάμεις του Αθανάριχου δραπέτευσαν, ο ίδιος παρακάλεσε για άλλη μια φορά να κλείσει ειρήνη. Ο Ουάλης δεν ήταν πρόθυμος αλλά όταν έμαθε ότι η Αυτοκρατορία των Σασσανιδών του κήρυξε τον πόλεμο στην Μέση Ανατολή αναγκάστηκε να υποκύψει. Στις αρχές του 370 ο Ουάλης και ο Αθανάριχος συναντήθηκαν στον Δούναβη και έκλεισαν ειρήνη που έληγε τον μεταξύ τους πόλεμο.[33] Μετά την σύναψη ειρήνης το εμπόριο μεταξύ τους και η ανταλλαγή στρατιωτών περιορίστηκαν σημαντικά σε σχέση με πριν.[34] Το καλοκαίρι του 368 οι δυνάμεις του Ουαλεντινιανού νίκησαν για δεύτερη φορά τους Αλαμαννούς, το φθινόπωρο που ακολούθησε νίκησε επίσης τους Αλαμαννούς και τους Σάξονες, τον συνόδευσε και ο γιος του Γρατιανός.[30] Οι δύο Συναυτοκράτορες πήραν τους τίτλους "Γερμανικός Μάξιμος", "Αλαμανννικός Μάξιμος" και "Φραγκικός Μάξιμος".[29][30] Οι δύο τελευταίοι τίτλοι απονεμήθηκαν την ίδια εποχή και στον Γρατιανό.[28]

Ο τρίχρονος γιος του Ουάλη Βαλεντινιανός Γαλάτης ανακηρύχτηκε για πρώτη φορά Ύπατος (369), πέθανε ωστόσο την επόμενη χρονιά (370) στην Καισάρεια της Καππαδοκίας.[29] Ο Ουαλεντινιανός Α΄ και ο Ουάλης ανακηρύχτηκαν για τρίτη φορά Ύπατοι (370).[35] Στις 9 Απριλίου 370 ιδρύθηκε σύμφωνα με το Πασχάλιο Χρονικό ο Ναός των Αγίων Αποστόλων στην Κωνσταντινούπολη απέναντι από το Μαυσωλείο του Μεγάλου Κωνσταντίνου.[29] Η νύφη του Μαρία Σεβέρα πέθανε (370) και τάφηκε στον νεοιδρυθέντα ναό των Αγίων Αποστόλων, ο Ουαλεντινιανός Α΄ προχώρησε σε δεύτερο γάμο με την Ιουστίνα.[30] Από την δεύτερη σύζυγο του Ιουστίνα γεννήθηκε στο Τριρ το φθινόπωρο του 371 ο μικρότερος ανεψιός του Ουάλη και ετεροθαλής αδελφός του Γρατιανό Ουαλεντινιανός Β΄.[36][37] Ο 15χρονος Γρατιανός παντρεύτηκε στο Τριρ την 13χρονη κόρη του Κωνστάντιου Β΄ Φλαβία Μαξίμα Κωνσταντία.[27][28] Ο γάμος αυτός έδεσε στενά τους δεσμούς ανάμεσα στην δυναστεία του Ουαλεντινιανού και την δυναστεία του Μεγάλου Κωνσταντίνου.[25] Ο Ουάλης γιόρτασε την δεκαετία του (29 Δεκεμβρίου 374), την επόμενη χρονιά (375) εγκαινιάστηκαν στην Κωνσταντινούπολη τα "λουτρά της Καρόζα".[29] Μετά τις νίκες απέναντι στους Γότθους ετοιμάστηκε για εκστρατεία στην Ανατολή (375) όπου οι Σασσανίδες Πέρσες απειλούσαν την Αρμενία, τον απασχόλησαν ωστόσο οι Σαρακηνοί και οι Ίσαυροι.[8]

Συγκρούσεις με τους Πέρσες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο θάνατος του γιου του αυτοκράτορα Ουαλεντινιανού Γαλάτη

Ο Ουάλης ενεπλάκη σε μία νέα σύρραξη με τους Πέρσες του Σαπώρη Β’, ο οποίος ήθελε να εκμεταλλευτεί περαιτέρω τη νίκη του 363 (όπου ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Ιοβιανός είχε παραχωρήσει μεγάλες εκτάσεις και προνόμια στην Περσία) ανατρέποντας το ρωμαιόφιλο χριστιανικό καθεστώς της ανεξάρτητης Αρμενίας και εισβάλλοντας στην Καυκάσια Ιβηρία. Ο Ουάλης, σε μία προσπάθεια να αποτρέψει αυτές τις δυσάρεστες για την αυτοκρατορία εξελίξεις, αλλά και να αντισταθμίσει την ταπεινωτική συνθηκολόγηση του Ιοβιανού, αναμείχθηκε στις εσωτερικές υποθέσεις της Αρμενίας. Συγκεκριμένα, παραβίασε τους όρους της συνθήκης του 363, τοποθετώντας στον θρόνο του κράτους ως ρωμαϊκό ανδρείκελο τον Παπ έναν εκπρόσωπο της Αρμενικής δυναστείας των Αρσακιδών γιό του προηγούμενου βασιλιά της Αρμενίας Αρσάκη Β' που είχε αυτοκτονήσει στις φυλακές του Σαπώρη (370). Συγκρούστηκε στρατιωτικά με τους Πέρσες (371) για να υπερασπίσει την επιλογή αυτή, ο Σαπώρης αναγκάστηκε να ζητήσει ανακωχή λόγω των κουσανικών επιδρομών στις ανατολικές περσικές επαρχίες αλλά το 376 ο πόλεμος μεταξύ των δύο Μεγάλων Δυνάμεων φαινόταν πια αναπότρεπτος.

Η εξέγερση των Τανούκ

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ωστόσο τα σχέδια του Ουάλεντος ανατράπηκαν από μία εξέγερση των Τανούκ, εκχριστιανισμένων ομόσπονδων αραβικών φύλων τα οποία περιπολούσαν τα σύνορα με την έρημο της Συρίας για λογαριασμό της Ρώμης. Η εξέγερση ήταν θρησκευτικά υποκινούμενη καθώς οι Τανούκ επί καιρό ζητούσαν μάταια από την Κωνσταντινούπολη ορθόδοξο επίσκοπο στην περιοχή τους αντί για αρειανό, και υπό την ηγεσία της Βασίλισσας Μαβίας, της επικεφαλής τους υπό φοιδερατικό καθεστώς, ξεκίνησαν έναν επιτυχή ανταρτοπόλεμο φθοράς κατά των ρωμαϊκών φρουρών της Παλαιστίνης, της Φοινίκης και της Συρίας. Μάλιστα οι αραβικές δυνάμεις, έχοντας πολεμήσει ως σύμμαχοι με τους Ρωμαίους επί έναν αιώνα, αποδείχθηκαν ικανοί ακόμα και σε τακτικές μάχες.

Η μεγάλη ήττα στην Αδριανούπολη και το τέλος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την ίδια στιγμή μία ελεγχόμενη εγκατάσταση φοιδεράτων Γότθων στη Μοισία και στη Θράκη κατέληξε σε στάση, περαιτέρω γερμανική εισβολή και λεηλασίες στα Βαλκάνια. Ο Ουάλης παραμέρισε τις βλέψεις του στην Αρμενία, σύναψε αμέσως ειρήνη με τη Μαβία ικανοποιώντας τα αιτήματά της και μάλιστα ζήτησε τη βοήθειά της για τη συγκράτηση της γοτθικής απειλής. Όμως η εκστρατεία του στη Θράκη κατέληξε σε καταστροφή: οι Ρωμαίοι ηττώνται στη μάχη της Αδριανούπολης (9 Αυγούστου 378) και στο τέλος της μέρας τα δύο τρίτα των στρατιωτών τους κείτονται νεκρά, μαζί με τον ίδιο τον Ουάλεντα. Επρόκειτο για τη χειρότερη ήττα της ρωμαϊκής στρατιωτικής μηχανής από την εποχή της μάχης του Τευτοβούργιου Δρυμού και έδειξε σε όλες τις ενδιαφερόμενες πλευρές ότι το ρωμαϊκό πεζικό, θεωρούμενο ως τότε σχεδόν ανίκητο, δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί το συνδυασμό ισχυρών πεζών και έφιππων βαρβαρικών δυνάμεων. Ακόμη σπουδαιότερο ήταν το δυσαναπλήρωτο κενό από έμπειρους στρατιώτες το οποίο άφησε αυτή η δεινή ήττα. Αυτό το κενό ανάγκασε τον διάδοχο του Ουάλεντος, Θεοδόσιο Α΄, να προχωρήσει σε εκτεταμένη στρατολόγηση γερμανικών φύλων, με αντίστοιχη παραχώρηση σε αυτά ολόκληρων περιοχών της αυτοκρατορίας.

Νυμφεύτηκε π. το 354 την Αλβία Δομινίκη, κόρη τού Πετρώνιου επάρχου τού πραιτωρίου και είχε τέκνα:

  1. Valens Livius
  2. Nicholson, Oliver, ed. (2018). "Valens". The Oxford Dictionary of Late Antiquity. Oxford: Oxford University Press
  3. https://www.encyclopedia.com/religion/encyclopedias-almanacs-transcripts-and-maps/valens-roman-emperor
  4. 4,0 4,1 https://archive.today/20200708192526/https://oxfordre.com/classics/view/10.1093/acrefore/9780199381135.001.0001/acrefore-9780199381135-e-6658
  5. https://www.britannica.com/place/ancient-Rome/The-reign-of-Valentinian-and-Valens
  6. https://www.britannica.com/biography/Valens
  7. Lenski, Noel Emmanuel (2002). Failure of empire: Valens and the Roman state in the fourth century A.D. University of California Press. σ. 88
  8. 8,0 8,1 8,2 8,3 8,4 8,5 8,6 https://www.oxfordreference.com/view/10.1093/acref/9780198662778.001.0001/acref-9780198662778-e-4924
  9. 9,0 9,1 9,2 9,3 9,4 https://www.oxfordreference.com/view/10.1093/acref/9780198662778.001.0001/acref-9780198662778-e-4927
  10. Gibbon 1932, σ. 848
  11. Bond, Sarah; Nicholson, Oliver (2018), Nicholson, Oliver (ed.), "Gratian"
  12. Kienast 2017, σσ. 319–320, "Gratian"
  13. 13,0 13,1 Kienast 2017, σσ. 312, "Jovian".
  14. 14,0 14,1 Kienast 2017, σσ. 316–318, "Valens"
  15. 15,0 15,1 Gibbon 1932, σσ. 844–847
  16. 16,0 16,1 Kienast 2017, σσ. 313–315, "Valentinian I"
  17. 17,0 17,1 17,2 17,3 Kienast 2017, σσ. 316–318
  18. Lenski, Noel Emmanuel; Lenski, Noel Emmanuel (2002). Failure of empire: Valens and the Roman state in the fourth century A.D.
  19. 19,0 19,1 19,2 19,3 Bond, Sarah; Haarer, Fiona (2018), Nicholson, Oliver (ed.), "Procopius", The Oxford Dictionary of Late Antiquity, Oxford University Press
  20. 20,0 20,1 Gibbon 1932, σ. 850
  21. Kienast 2017, σσ. 300–308, "Contantius II".
  22. Martindale, John R.; Jones, A. H. M.; Morris, John, eds. (1971). "Constantia 2"
  23. Gibbon 1932, σσ. 850–852
  24. Gibbon 1932, σσ. 852–853
  25. 25,0 25,1 McEvoy 2013
  26. Gibbon 1932, σσ. 853–854
  27. 27,0 27,1 27,2 27,3 https://www.oxfordreference.com/view/10.1093/acref/9780198662778.001.0001/acref-9780198662778-e-2105
  28. 28,0 28,1 28,2 Kienast 2017, σσ. 319–320, "Gratian".
  29. 29,0 29,1 29,2 29,3 29,4 Kienast 2017, σσ. 316–318, "Valens".
  30. 30,0 30,1 30,2 30,3 Kienast 2017, σσ. 313–315, "Valentinian I".
  31. Gibbon 1932, σσ. 890–891
  32. Gibbon 1932, σσ. 892–893
  33. Hughes, Ian, Imperial Brothers, σσ. 86–95
  34. Gibbon 1932, σσ. 93–94
  35. Kienast 2017, σσ. 316–318, “Valens”
  36. Kienast 2017, σσ. 321–322, "Valentinian II"
  37. Bond, Sarah (2018), Nicholson, Oliver (ed.), "Valentinian II", The Oxford Dictionary of Late Antiquity, Oxford University
  • Day, J.; Hakola, R.; Kahlos, M.; Tervahauta, U. (2016). Spaces in Late Antiquity: Cultural, Theological and Archaeological Perspectives. Taylor & Francis.
  • Gibbon, Edward (1932) [1789]. "Chapter XXV–XXVI". The History of the Decline and Fall of the Roman Empire. The Modern Library.
  • Kienast, Dietmar (2017) [1990]. Römische Kaisertabelle: Grundzüge einer römischen Kaiserchronologie (in German). Darmstadt: Wissenschaftliche Buchgesellschaft.
  • Lenski, Noel (1997). "Valens (364–378 A.D)". De Imperatoribus Romanis.
  • Lenski, Noel (2003). Failure of Empire: Valens and the Roman State in the Fourth Century A.D. Berkeley: University of California Press.
  • Martindale, John R.; Jones, A. H. M.; Morris, John, eds. (1971). "Flavius Valens 8". The Prosopography of the Later Roman Empire: Volume I, AD 260–395. Cambridge: Cambridge University Press.
  • McEvoy, Meaghan A. (2013). Child Emperor Rule in the Late Roman West, A.D. 367-455. Oxford Classical Monographs. Oxford University Press.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Προκάτοχος:
Ιοβιανός
Αυτοκράτορας της Ρώμης
Συναυτοκράτορας: συναυτοκράτορες: Βαλεντινιανός Β', Γρατιανός,

Βαλεντινιανός Β',
364-378

Διάδοχος:
Θεοδόσιος Α΄