Μετάβαση στο περιεχόμενο

Κόμο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 45°48′36.9″N 9°5′10.1″E / 45.810250°N 9.086139°E / 45.810250; 9.086139

Κόμο

Σημαία

Έμβλημα
Τοποθεσία στο χάρτη
Τοποθεσία στο χάρτη
Κόμο
45°48′37″N 9°5′10″E
ΧώραΙταλία[1]
Διοικητική υπαγωγήΕπαρχία του Κόμο
ΠροστάτηςΑμπούντιος του Κόμο
Διοίκηση
 • ΔήμαρχοςAlessandro Rapinese
Έκταση37,12 km²[2]
Υψόμετρο201 μέτρα
Πληθυσμός83.184 (1  Ιανουαρίου 2023)[3]
Ταχ. κωδ.22100
Τηλ. κωδ.031
Ζώνη ώραςUTC+01:00 (επίσημη ώρα)
UTC+02:00 (θερινή ώρα)
ΙστότοποςΕπίσημος ιστότοπος
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Το Κόμο (ιταλικά: Como‎‎, λατινικά: Comum ή Novum Comum‎‎), παλαιότερα γνωστό στα ελληνικά ως Κώμον[4], είναι ιταλικός δήμος στην Επαρχία του Κόμο, στην περιφέρεια της Λομβαρδίας. Είναι η πρωτεύουσα και μεγαλύτερη πόλη της ιταλικής Επαρχίας του Κόμο. Το 2010, το Κόμο είχε 84.876 κατοίκους[5]. Είναι κτισμένο στο νοτιοδυτικό άκρο της λίμνης Κόμο, σε υψόμετρο 200 μέτρων, στις όχθες του ποταμού Κοζία. Απέχει από το Μιλάνο περίπου 40 χιλιόμετρα.

Εξαιτίας της εγγύτητάς του στη λίμνη Κόμο και στις Άλπεις, το Κόμο είναι δημοφιλής τουριστικός προορισμός. Η πόλη διαθέτει πολυάριθμα έργα τέχνης, εκκλησίες, κήπους, θέατρα, πάρκα και παλάτια. Από αυτά ξεχωρίζουν, το Ντουόμο (Καθεδρικός), η βασιλική Σαντ'Αμπόντιο, η Βίλα Όλμο, οι δημόσιοι κήποι με το Τέμπιο Βολτιάνο, το Τεάτρο Σοσιάλ, το Μπρολέττο (το μεσαιωνικό δημαρχείο της πόλης) και η Κάζα ντελ Φάτσιο.

Η περιοχή του Κομό κατοικείται τουλάχιστον από την εποχή του Χαλκού από μια Κελτική φυλή γνωστή ως Ορόμπι. Αρχαιολογικές έρευνες από τον 19ου αιώνα έχουν βρει ευρήματα της πρώτης χιλιετίας π.Χ., που δείχνουν ότι στην περιοχή λίγο νότια του Κόμο από τον 7ο αιώνα π.Χ. μέχρι την εισβολή των Γαλατών τον 4ο αιώνα π.Χ. τοποθετείται ο πολιτισμός της Γκολασέτσα που εκτεινόταν από το Μπέργκαμο μέχρι τον ποταμό Τιτσίνο.[6] Το ίδιο το Κόμο ήταν ενδιαμέσος εμπορικός σταθμός για το εμπόριο με τις φυλές στις Άλπεις, ενώ υπήρχε εκεί μια νεκρόπολη.

Μετά τον 4ο αιώνα, το Κόμο παρήκμασε, καθώς με την εισβολή των Γαλατών έχασε τη σημασία που είχε ως θέση. Τελικά, το Κόμο κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους το 196 π.Χ. με επικεφαλής τον Μάρκο Κλαύδιο Μαρκέλο. Η πόλη λεηλατήθηκε το 89 π.Χ. από τους Ραιτούς και με εντολή του Πομπήιου Στράβωνα η πόλη ξαναχτίστηκε και σε αυτήν, μέχρι το 77 π.Χ., είχαν μεταναστεύσει περίπου 3.000 χωρικοί και στρατιώτες. Το 59 π.Χ. ο Ιούλιος Καίσαρας έδωσε εντολή να μετακινηθεί στη σημερινή θέση της, αναγνωρίζοντας τη στρατηγική της θέση για μια πιθανή επέκταση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας βόρεια των Άλπεων και μετέφερε σε αυτό 5.000 κατοίκους, ανάμεσα σε αυτούς και 500 Έλληνες που τους έδωσε τη Ρωμαϊκή υπηκοότητα και γι' αυτό κάποια ονόματα της περιοχής έχουν ελληνική καταγωγή, π.χ. Κορένο (Κόρινθος), Λέμνο και Λέμνα (Λήμνος) και Νέσο (Νάξος). Το 49 π.Χ. έγινε κοινότητα. Η ανάπτυξη της πόλης κατά τον 1ο αιώνα μ.Χ. βοηθήθηκε από δωρεές του Πλινίου του Πρεσβύτερου και του Πλινίου του Νεότερου, αμφότεροι από το Κόμο.

Κατά τους Μεσαιωνικούς χρόνους, το Κόμο κατακτήθηκε από τους Λομβαρδούς και τους Γότθους και το 951 έγινε πάλι μέρος της Ιταλίας υπό του Όθωνα Α΄ και ανέκτησε τη χαμένη του αίγλη. Το 1127 το Κόμο έχασε ένα πόλεμο που είχε με το Μιλάνο, με αποτέλεσμα την καταστροφή της πόλης και τη φυγή των κατοίκων του. Το Κόμο δεν ήταν τμήμα της Λίγκας της Λομβαρδίας η οποία ήταν αντίπαλη με την Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Με τη βοήθεια του Φρειδερίκου Α΄ η πόλη ξαναχτίστηκε το 1158 και για ένα διάστημα διέμεινε στο Κόμο μαζί με τη γυναίκα του και πήρε εκδίκηση με την καταστροφή του Μιλάνου το 1162. Στη συνέχεια, η ιστορία του Κόμο ακολούθησε αυτή του Δουκάτου του Μιλάνου, μέχρι τη διάλυσή του το 1797. Κατακτήθηκε από τον Ναπολέοντα Α΄ και μετά το Συνέδριο της Βιέννης πέρασε σε Αυστριακή κατοχή. Η πόλη απελευθερώθηκε από τον Τζουζέπε Γκαριμπάλντι το 1859 και έγινε μέρος της ενοποιημένης Ιταλίας. Ο Μπενίτο Μουσολίνι συνελήφθη και εκτελέστηκε κοντά στο Τζιουλίνο, 30 χιλιόμετρα από το Κόμο, τις 27 Απριλίου 1945, όταν προσπάθησε να διαφύγει στην Ελβετία.

  1. (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. 967. Ανακτήθηκε στις 6  Αυγούστου 2018.
  2. 2,0 2,1 «Superficie di Comuni Province e Regioni italiane al 9 ottobre 2011». Εθνικό Ινστιτούτο Στατιστικής της Ιταλίας. Ανακτήθηκε στις 16  Μαρτίου 2019.
  3. demo.istat.it?l=it.
  4. Βατάλας Μάνος. «Κώμον». Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια. ΙΕ (2η έκδοση). Φοίνιξ, σσ. 540. 
  5. http://demo.istat.it/index_e.html Αρχειοθετήθηκε 2017-06-22 στο Wayback Machine. ISTAT demographics
  6. Raffaele de Marinis, L'abitato protostorico di Como στο Como tra etruschi e celti, Società archeologica comense, Κόμο, 1986.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]