Νότα Κυμοθόη
"ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΠΟΛΙΟΡΚΗΜΕΝΟΙ" του Διονυσίου Σολωμού
Ο Έλληνας Ποιητής Διονύσιος Σολωμός (1798-1857) και το σπουδαίο του Ποίημα ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΠΟΛΙΟΡΚΗΜΕΝΟΙ, το οποίο όταν η Δασκάλα μου στο Δημοτικό Σχολείο, μου ανέθεσε ως Ποίημα για να το απαγγείλω απέξω, την 25η Μαρτίου, άλλαξε τη ζωή μου. Το μοιράζομαι μαζί σας!
"Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει
Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί, κι η μάνα το ζηλεύει.
Τα μάτια η πείνα εμαύρισε στα μάτια η πείνα μνέει
Στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει:
"Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τι σ΄έχω γω στο χέρι;
Οπού συ μού ΄γινες βαρύ κι ο Αγαρηνός το ξέρει".
Ο Απρίλης με τον Έρωτα χορεύουν και γελούνε
Κι όσ΄ άνθια βγαίνουν και καρποί τόσ΄ άρματα σε κλειούνε.
Λευκό βουνάκι πρόβατα κινούμενο βελάζει.
Και μες στη θάλασσα βαθιά ξαναπετιέται πάλι.
Κι ολόλευκο εσύσμιξε με τ΄ ουρανού τα κάλλη.
Και μες της λίμνης τα νερά, όπ΄ έφθασε μ΄ ασπούδα,
Έπαιξε με τον ίσκιο της γαλάζια πεταλούδα,
Που ευώδιασε τον ύπνο της μέσα στον άγριο κρίνο
Το σκουληκάκι βρίσκεται σ΄ ώρα γλυκιά κι εκείνο.
Μάγεμα η φύσις κι όνειρο στην ομορφιά και χάρη.
Η μαύρη πέτρα ολόχρυση και το ξερό χορτάρι
Με χίλιες βρύσες χύνεται, με χίλιες γλώσσες κραίνει
Όποιος πεθάνει σήμερα χίλιες φορές πεθαίνει.
Τρέμει η ψυχή και ξαστοχά γλυκά τον εαυτό της
"Σάλπιγγα , κόψ΄ του τραγουδιού τα μάγια με βία,
Γυναικός, γέροντος, παιδιού, μη κόψουν την αντρεία".
Χαμένη, αλίμονον! κι οκνή τη σάλπιγγα γρικάει
Αλλά πως φθάνει στον εχθρό και κάθε ηχώ ξυπνάει;
Γέλιο στο σκόρπιο στράτευμα σφοδρό γεννοβολιέται,
Κι η περιπαίχτρα σάλπιγγα μεσουρανίς πετιέται.
Και με χαρούμενη πνοή το στήθος το χορτάτο,
Τ΄ αράθυμο, το δυνατό, κι όλο ψυχές γιομάτο
Βαρώντας γύρου ολόγυρα, ολόγυρα και πέρα,
Τον όμορφο τρικύμισε και ξάστερον αέρα
Τέλος μακριά σέρνει λαλιά, σαν το πεσούμεν΄ άστρο,
Τρανή λαλιά, τρόμου λαλιά, ρητή κατά το κάστρο.
Μακριά απ΄ όπ΄ ήτα΄ αντίστροφος κι ακίνητος εστήθη
Μόνε σφοδρά βοντοκοπούν τ΄ αρματωμένα στήθη
Εκεί ΄ρθε το χρυσότερο από τα ονείρατά μου
Με τ΄ άρματα όλα βρόντησα τυφλός του κόπου χάμου
Φωνή ΄πε: - Ο δρόμος σου γλυκός και μοσχοβολισμένος
Στην κεφαλή σου κρέμεται ο ήλιος μαγεμένος
Παλικαρά και μορφονιέ, γειά σου, Καλέ, χαρά σου!
'Ακου! νησιά, στεριές της γης εμάθαν τ΄ όνομά σου-
Τούτος, αχ! που ν΄ ο δοξαστός κι η θεϊκιά θωριά του;
Η αγκάλη μ΄ έτρεμε ανοιχτή κατά τα γόνατά του
Έριξε χάμου τα χαρτιά με τς είδησες του κόσμου
...."
Νότα Κυμοθόη Ποίηση για τα 200 χρόνια και για τον εορτασμό 1821- 2021