Μετάβαση στο περιεχόμενο

syllable

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
syllable syllables

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

syllable (en)

  • η συλλαβή
      The accent is on the first syllable.
    Ο τόνος είναι στην πρώτη συλλαβή.