infraction
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
infraction | infractions |
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ɪnˈfrakʃ(ə)n/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]infraction (en)
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
infraction | infractions |
infraction (fr) θηλυκό