φιλότιμο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | φιλότιμο | τα | φιλότιμα |
γενική | του | φιλότιμου | των | φιλότιμων |
αιτιατική | το | φιλότιμο | τα | φιλότιμα |
κλητική | φιλότιμο | φιλότιμα | ||
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- φιλότιμο < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου φιλότιμος. Δείτε και την (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή φιλότιμον (γενναιοδωρία) < αρχαία ελληνική φιλέω + τιμή
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /fiˈlo.ti.mo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : φι‐λό‐τι‐μο
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]φιλότιμο ουδέτερο
- ευσυνειδησία και υψηλό αίσθημα καθήκοντος και αξιοπρέπειας, ευαισθησία στην εικόνα που δίνεται προς την κοινωνία
- ⮡ Το φιλότιμο είναι το χαρακτηριστικό εκείνου που είναι συχνά υπέρ το δέον συνεπής προς τις υποχρεώσεις του, που πρόθυμα εκτελεί τα καθήκοντά του, με ευσυνειδησία, εκείνου που δεν θέλει να δίνει δικαιώματα να θιγεί η τιμή και η υπόληψή του, αξιοπρέπεια, τιμή, περηφάνια, καλώς εννοούμενος εγωισμός
- ※ Από το τέλος του 2015 λειτουργούμε χωρίς καμία χρηματοδότηση καθώς λόγω γραφειοκρατίας δεν καταβάλλονται οι προβλεπόμενες πιστώσεις από τον ΕΟΠΥΥ. Μόλις πριν λίγες μέρες μάς είπαν πως θα αναρτηθεί η σχετική απόφαση και θα καταβληθούν αναδρομικά χρωστούμενα συνολικού ύψους 700.000 ευρώ. Το ίδιο πρόβλημα αντιμετωπίζουν συνολικά 27 δομές σε όλη την Ελλάδα και δεν έχει να κάνει μόνο με τον φορέα μας. Είναι φυσικό να έχουν δημιουργηθεί εκκρεμότητες, ειδικά προς τους εργαζόμενους, στο φιλότιμο των οποίων όμως οφείλεται και η συνέχιση της λειτουργίας μας. (άρθρο @efsyn)
Συνώνυμα
[επεξεργασία]- (αυτοσεβασμός)
- (ευθιξία)
- ευσυνειδησία
- φιλοτιμία
- περιφραστικά: η έλλειψη οχαδερφισμού
Αντώνυμα
[επεξεργασία]Εκφράσεις
[επεξεργασία]- Από τότε που ήρθε / βγήκε η συγγνώμη, έφυγε / χάθηκε το φιλότιμο: ότι η δυνατότητα να ζητεί κάποιος συγγνώμη και να συγχωρείται, χαλαρώνει τη συνείδησή του και δεν πιέζει τον εαυτό του να είναι συνεπής στις υποχρεώσεις του, να μη δίνει δικαιώματα για να θιγεί η τιμή και η υπόληψή του -αφού αυτές θεωρεί ότι αποκαθίστανται με τη συγνώμη
- Για ένα φιλότιμο ζει ο άνθρωπος
- Με έφερε στο φιλότιμο
Συγγενικά
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- φιλότιμο στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] φιλότιμο
Πηγές
[επεξεργασία]- φιλότιμο - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- φιλότιμο - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σίδερο' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα τύπου (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)