him
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος αντωνυμίας
[επεξεργασία]him (en)
- (προσωπική αντωνυμία) αιτιατική ενικού του he (αρσενικό): αυτόν, τον, του
- ⮡ I told him.
- Του είπα.
- ⮡ She gave it to him.
- Του το έδωσε. ((αυτή) το έδωσε σε αυτόν.)
- ⮡ We lifted him up.
- Τον σηκώσαμε.
- ⮡ luckily for him - ευτυχώς γι' αυτόν
- ⮡ I told him.
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]αγγλικές αντωνυμίες - English pronouns