wino
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]wino < πρωτοσλαβική vino < λατινική vinum
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]wino (pl) ουδέτερο
- το κρασί
wino < πρωτοσλαβική vino < λατινική vinum
wino (pl) ουδέτερο