software
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]- (πληροφορική, λογισμικό) το λογισμικό
- ⮡ Before closing a piece of software, we save our work.
- Πριν κλείσουμε ένα λογισμικό αποθηκεύουμε τη δουλειά μας.
- ⮡ Before closing a piece of software, we save our work.
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Αντώνυμα
[επεξεργασία]Υπώνυμα
[επεξεργασία]Πολυλεκτικοί όροι
[επεξεργασία]
Πηγές
[επεξεργασία]
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]software (fr) αρσενικό
- (πληροφορική, λογισμικό) το λογισμικό