dormir

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /dɔʁ.miʁ/
 

dormir (fr)



dormir (es)



dormir (pt)