crisòmmola

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

crisòmmola

  1. (φυτό) η βερικοκιά
  2. (φρούτο) το βερίκοκο

Συνώνυμα

[επεξεργασία]