Μετάβαση στο περιεχόμενο

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: ω,

  • το κλητικό μόριο ω
διδάσκαλε

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

  • α΄ πρόσωπο ενικού υποτακτικής ενεστώτα του ρήματος εἰμί