ξενυχτώ
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ρήμα
[επεξεργασία]ξενυχτώ
- → δείτε τη λέξη ξενυχτίζω
Κλίση
[επεξεργασία]Αρχικοί Χρόνοι | Ενεργητική Φωνή |
---|---|
Ενεστώτας | ξενυχτώ και ξενυχτάω |
Παρατατικός | ξενυχτούσα |
Μέλλοντας Στ. και Διαρ. | θα ξενυχτήσω - θα ξενυχτώ |
Αόριστος | ξενύχτησα |
Παρακείμενος | έχω ξενυχτήσει |
Υπερσυντέλικος | είχα ξενυχτήσει |
Μετοχή | ξενυχτώντας |
Σημειώσεις
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ξενυχτώ
→ δείτε τη λέξη ξενυχτίζω |