Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μασσαγέτες

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο κόσμος σύμφωνα με τον Ηρόδοτο. Οι Μασσαγέτες κατοικούσαν σε μια τεράστια πεδιάδα στα ανατολικά της Κασπίας Θάλασσας, βόρεια του Αράξη.

Οι Μασσαγέτες ήταν ομοσπονδία αρχαίων νομαδικών Ιρανικών λαών. Κύρια πηγή για τα έθιμα και την ιστορία τους είναι το έργο του Ηροδότου. Το όνομά τους είναι συγγενικό με αυτό των Γετών και των Θυσσαγετών. Πολύ πιθανόν να ήταν μίξη θρακικών και ιρανικών ή και μογγολικών λαών.

Η πρώτη αναφορά του Ηροδότου στους Μασσαγέτες, γίνεται μετά την περιγραφή της καθυπόταξης των Βαβυλωνίων στον Κύρο στο απόσπασμα των Ιστοριών του, [Κλειώ, 201]: Αφού υπέταξε και αυτό το λαό ο Κύρος, θέλησε να υποτάξει και τους Μασσαγέτες. Λένε λοιπόν ότι αυτός ο λαός είναι μεγάλος και πολεμοχαρής και κατοικεί προς το μέρος της αυγής, εκεί που ανατέλλει ο ήλιος, πέρα από τον ποταμό Αράξη και έχει απέναντί του τους Ισσηδόνες. Υπάρχουν μερικοί που λένε πως αυτός ο λαός (μπορεί να) κατάγεται από τους Σκύθες.

Ο Κύρος εκστράτευσε εναντίον τους και σκοτώθηκε σε μάχη με τον στρατό των Μασσαγετών, του οποίου ηγούνταν η Τόμυρις.

Ζωή και έθιμα των Μασσαγετών

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι Μασσαγέτες ντύνονταν όπως οι Σκύθες και ζούσαν κατά τον ίδιο τρόπο. Πολεμούσαν έφιπποι και πεζή καθώς ήταν έμπειροι και στα δύο είδη μάχης. Εκτός από τόξα και ακόντια στη μάχη είχαν και τις "σαγάρεις", δίστομα τσεκούρια σκυθικού τύπου. Χρησιμοποιούσαν χαλκό για τις αιχμές των ακοντίων και των βελών καθώς και για τις σαγάρεις, και χρυσό για τα κράνη και τις ζώνες τους. Οι θώρακες των αλόγων ήταν φτιαγμένοι από χαλκό αλλά τα χαλινάρια, τα στόμια και τα στολίδια από χρυσό. Τα δύο αυτά μέταλλα ήταν αύθονα στην περιοχή τους, σε αντίθεση με το σίδηρο και τον άργυρο[1].

Κάθε άνδρας παντρευόταν μία μόνο γυναίκα, ίσχυε όμως "κοινοκτημοσύνη" των γυναικών. Όταν δηλαδή ένας άνδρας ήθελε μια γυναίκα, κρέμαγε τη φαρέτρα του στην άμαξά της και συνουσιαζόταν μαζί της χωρίς φόβο. Οι Μασσαγέτες δεν είχαν συγκεκριμένο όριο ηλικίας. Οι υπερβολικά γέροι θυσιαζόταν από τους συγγενείς τους, οι οποίοι αφού πρόσθεταν κι άλλα σφαχτά στη θυσία, έβραζαν τα κρέατα και τα έτρωγαν. Αυτός μάλιστα θεωρούνταν ένας ευτυχής θάνατος, σε αντίθεση με το "δυστυχή" θάνατο από κάποια νόσο. Αν κάποιος δηλαδή πέθαινε από μια αρρώστια, δεν τρωγόταν, αλλά θαβόταν. Κύρια τροφή των Μασσαγετών ήταν το κρέας από ζώα και ψάρια, καθώς δεν καλλιεργούσαν τη γη, ενώ προσφιλές τους ήταν και το γάλα. Λάτρευαν μόνο έναν θεό, τον Ήλιο, στον οποίο συνήθιζαν να θυσιάζουν άλογα[2].