Κάπρι
Capri | |
---|---|
Το Κάπρι. | |
Γεωγραφία | |
Τοποθεσία | Τυρρηνική Θάλασσα |
Έκταση | 10,4 km² |
Υψόμετρο | 589 μ |
Υψηλότερη κορυφή | Monte Solaro |
Χώρα | |
Περιφέρεια | Καμπανία |
Επαρχία | Νάπολη |
Πρωτεύουσα | Κάπρι (πληθ. 7.278) |
Δημογραφικά | |
Πληθυσμός | 12.200 (απογραφής 2002) |
Πυκνότητα | 1.170 /χλμ2 |
Σχετικά πολυμέσα |
Το Κάπρι (ιταλικά: Capri, λατινικά: Caprae, αρχαία ελληνικά: Kαπρέαι) είναι νησί της Ιταλίας με έκταση 10,4 τ.χλμ. και πληθυσμό 12.200 κατοίκους. Πρωτεύουσα του νησιού είναι το Κάπρι με πληθυσμό 7.278 κατοίκους. Το νησί βρίσκεται στην Τυρρηνική θάλασσα, ανοιχτά της Χερσονήσου του Σορρέντο, στην περιφέρεια της Καμπανίας, στην Επαρχία της Νάπολης. Είναι θέρετρο από την εποχή της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας.
Χαρακτηριστικά του νησιού είναι η Μαρίνα Πίκολα (μικρό λιμάνι), το Μπελβεντέρε Τραγκάρα (ένας ψηλός χώρος περιπάτου πλαισιωμένος από βίλες), οι ασβεστολιθικοί βράχοι, που λέγονται θαλάσσιες στήλες και προβάλλουν πάνω από τη θάλασσα (τα Φαραλιόνι), η πόλη του Ανακάπρι, η Γαλάζια Σπηλιά (Γκρότα Ατζούρα) και τα ερείπια των Αυτοκρατορικών Ρωμαϊκών επαύλεων.
Η πόλη του Κάπρι είναι το κύριο πληθυσμιακό κέντρο του νησιού. Το νησί έχει δύο λιμάνια, τη Μαρίνα Πίκολα και τη Μαρίνα Γκράντε (το κύριο λιμάνι του νησιού). Ο ξεχωριστός δήμος του Ανακάπρι βρίσκεται ψηλά στους λόφους προς τα δυτικά.
Ετυμολογία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η ετυμολογία του ονόματος Κάπρι είναι ασαφής. Μπορεί να ανάγεται στους Αρχαίους Έλληνες (στα Αρχαία Ελληνικά κάπρος σημαίνει αγριόχοιρος), τους πρώτους αποίκους που αναφέρεται ότι κατοίκησαν το νησί. Μπορεί όμως επίσης να προέρχεται από το Λατινικό capreae (κατσίκες). Έχουν ανακαλυφθεί απολιθώματα αγριόχοιρων, που προσδίδουν αξιοπιστία στην ετυμολογία του «κάπρου», αλλά αφ' ετέρου οι Ρωμαίοι ονόμαζαν το Κάπρι «κατσικονήσι». Τέλος είναι επίσης πιθανό το όνομα να προέρχεται από μια Ετρουσκική λέξη για το «βραχώδες», αν και αμφισβητείται οποιοσδήποτε ιστορικά ρόλος των Ετρούσκων στο νησί.
Το Κάπρι είναι ένας μεγάλος ασβεστολιθικός και ψαμμιτικός βράχος. Οι πλευρές του νησιού είναι κάθετα βράχια και η επιφάνειά του επίσης βραχώδης.
Ιστορικά στοιχεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Αρχαιότητα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Σύμφωνα με τον Έλληνα γεωγράφο Στράβωνα το Κάπρι ήταν κάποτε τμήμα της ηπειρωτικής Ιταλίας. Αυτό έχει επιβεβαιωθεί από γεωλογικές έρευνες και αρχαιολογικά ευρήματα. Η πόλη κατοικούνταν ήδη από την αρχαία εποχή. Δείγματα ανθρώπινης εγκατάστασης ανακαλύφθηκαν από τη Ρωμαϊκή εποχή. Σύμφωνα με το Σουητώνιο κατά την εκσκαφή για την θεμελίωση της Βίλας του Οκταβιανού Αυγούστου ανακαλύφθηκαν γιγαντιαία οστά και πέτρινα όπλα.[1] Ο αυτοκράτορας διέταξε να εκτεθούν στους κήπους της κύριας κατοικίας του, του Θαλάσσιου Ανακτόρου. Σύγχρονες ανασκαφές έχουν δείξει ότι η ανθρώπινη παρουσία στο νησί μπορεί να χρονολογηθεί από τη Νεολιθική και την Εποχή του ορείχαλκου. Ο Αύγουστος ανέπτυξε το Κάπρι. Έχτισε ναούς, επαύλεις, υδραγωγεία και δημιούργησε κήπους για να απολαμβάνει τον ιδιωτικό του παράδεισο.[2] Στην Αινειάδα ο Βιργίλιος αναφέρει ότι το νησί είχε κατοικηθεί από τον Ελληνικό λαό των Τελεβών, που προέρχονταν από τα Νησιά του Ιονίου.[3] Ο Στράβων λέει ότι στην αρχαιότητα στο Κάπρι υπήρχαν δύο πόλεις, που αργότερα περιορίστηκαν σε μία.[4] Ο Τάκιτος μνημονεύει ότι υπήρχαν δώδεκα Αυτοκρατορικές βίλες στο Κάπρι. Ερείπια μιας στο Τράγκαρα ήταν ακόμη ορατά το 19ο αιώνα. Ο διάδοχος του Αυγούστου Τιβέριος έχτισε στο Κάπρι μια σειρά από βίλες, η διασημότερη από τις οποίες είναι η «Βίλα Γιόβις», μια από τις καλύτερα διατηρημένες Ρωμαϊκές βίλες στην Ιταλία. Το 27 π.Χ. μετακόμισε μόνιμα στο Κάπρι, κυβερνώντας την Αυτοκρατορία από εκεί μέχρι τον θάνατό του το 37 μ.Χ. Το 182 μ.Χ. ο Αυτοκράτορας Κόμμοδος εξόρισε στο Κάπρι την αδελφή του Λούσιλα μαζί με την κόρη της και αργότερα έστειλε έναν εκατόνταρχο και τις εκτέλεσε.
Μεσαίωνας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μετά το τέλος της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας το Κάπρι επέστρεψε στο καθεστώς της κτήσης της Νάπολης και υπέφερε από ποικίλες επιθέσεις και καταστροφές από πειρατές. Το 866 ο Αυτοκράτορας Λουδοβίκος Β΄ της Ιταλίας έδωσε το νησί στο Αμάλφι. Το 987 ο Πάπας Ιωάννης ΙΕ΄ έχρισε τον πρώτο επίσκοπο του Κάπρι, οι παπικές επιστολές δείχνουν ότι τη νησί αναδείχτηκε εκείνη την εποχή σε Μητροπολιτική έδρα.[5] Το 1496 ο Φρειδερίκος της Νεαπόλεως καθιέρωσε νομική και διοικητική ισότητα μεταξύ των οικισμών Κάπρι και Ανακάπρι. Οι πειρατικές επιδρομές κορυφώθηκαν κατά τη βασιλεία του Κάρολου Ε΄. Οι περίφημοι Τούρκοι ναύαρχοι Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα και Τουργκούτ Ρείς κατέλαβαν το νησί για την Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1535 και το 1553 αντίστοιχα. Ο πρώτος τουρίστας που αναφέρεται ότι επισκέφτηκε το νησί ήταν ο Γάλλος έμπορος αντικών Ζαν Ζακ Μπουσάρ περί τον 17ο αιώνα. Το ημερολόγιό του, που βρέθηκε το 1850, αποτελεί σημαντική πηγή πληροφοριών για το νησί. Γαλλικά στρατεύματα υπό τον Ναπολέοντα κατέλαβαν το Κάπρι τον Ιανουάριο του 1806. Οι Βρετανοί εκδίωξαν τους Γάλλους τον επόμενο Μάιο και το Κάπρι μετατράπηκε σε πανίσχυρη ναυτική βάση («Δεύτερο Γιβραλτάρ»), αλλά το κτιριακό πρόγραμμα προκάλεσε σοβαρές ζημιές στους αρχαιολογικούς χώρους. Οι Γάλλοι ανακατέλαβαν το Κάπρι το 1808 και παρέμειναν εκεί μέχρι το τέλος της Ναπολεόντειας περιόδου (1815), όταν το Κάπρι επεστράφη στο βασιλεύοντα στη Νάπολη Οίκο των Βουρβόνων. Το Κάπρι συνέχισε να είναι Μητροπολιτική έδρα μέχρι την χρονιά που εισήλθε στην Αρχιεπισκοπή του Σορρέντο (1818), σήμερα είναι τιτλούχος αρχιεπισκοπική έδρα.[6][7]
Νεότερα χρόνια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το β΄ μισό του 19ου αιώνα το Κάπρι έγινε δημοφιλές θέρετρο για Ευρωπαίους καλλιτέχνες, συγγραφείς και άλλες διασημότητες. Όντας καταφύγιο για συγγραφείς και καλλιτέχνες το Κάπρι λειτούργησε σαν ένα ασφαλές μέρος για ξένους ομοφυλόφιλους και λεσβίες να διάγουν μια πιο ελεύθερη ζωή. Ένας μικρός πυρήνας τους προσελκύστηκε να ζήσει εδώ, συμπίπτοντας σε κάποιο βαθμό με τις δημιουργικές κατηγορίες που αναφέρθηκαν παραπάνω. Το 1908 ο Βλαντιμίρ Ιλίτς Ουλιάνοφ, γνωστός και ως Λένιν, φιλοξενήθηκε από τον Αλεξέι Μαξίμοβιτς Πέσκοφ, γνωστό και ως Μαξίμ Γκόρκι, Ρώσο, Σοβιετικό, συγγραφέα, στο σπίτι του κοντά στους Κήπους του Αυγούστου. Το 1970 ανεγέρθηκε από το Τζιάκομο Μαντσού ένα μνημείο κατά τον εορτασμό της εκατονταετηρίδας προς τιμή του Λένιν. Ο Γάλλος τραγουδιστής Ερβέ Βιλάρ κυκλοφόρησε το 1965 το τραγούδι Capri c' est fini, που έγινε παγκόσμια επιτυχία. Στο νησί έχει βίλα η Μαράια Κάρεϊ. Συντεταγμένες: 40°32′57″N 14°13′49″E / 40.54917°N 14.23028°E
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ https://en.wikisource.org/wiki/The_Lives_of_the_Twelve_Caesars/Augustus#72
- ↑ Fiori, Pamela. "Italy's Pleasure Island Capri". Town & Country
- ↑ Στράβων, Γεωγραφικά, 5, 4, 9, 38
- ↑ Γεωγραφικά, 5, 4, 9, 38
- ↑ Konrad Eubel, Hierarchia Catholica Medii Aevi, Τομ. 1, σ. 164; Τομ. 2, σ. 117; Τομ. 3, σ. 151; Τομ. 4 Archived 2018-10-04 at the Wayback Machine, σ. 133; Τομ. 5, σ. 140; Τομ. 6, σ. 146
- ↑ https://archive.org/details/bub_gb_as_XHufGgeYC
- ↑ Annuario Pontificio 2013, σ. 858
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Frankel, Nicholas (2017). Oscar Wilde: the unrepentant years. Cambridge, Massachusetts.
- Selina Shirley Hastings: The Secret Lives of Somerset Maugham: A Biography,Random House Pub ,2009
- Konrad Eubel, Hierarchia Catholica Medii Aevi, Τομ. 1
- Swallow, Nicky. Amalfi Coast with Naples, Capri & Pompeii. Hoboken: John Wiley & Sons Inc
- Woods, Gregory (2016). Homintern: how gay culture liberated the modern world
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Capri (island) στο Wikimedia Commons
- Λεξιλογικός ορισμός του Κάπρι στο Βικιλεξικό