Ə
Το Ə ə, επίσης γνωστό ως σούα ή ανεστραμμένο e, είναι πρόσθετο γράμμα του λατινικού αλφαβήτου, το οποίο χρησιμοποιείται στην αζερική γλώσσα και στη διάλεκτο Χενκεμινέμ της Χαλκομελέμ. Τόσο η κεφαλαία όσο και η μικρή μορφή του γράμματος βασίζεται στο ανάποδο e, ενώ το παννιγηρικό αλφάβητο το περιέχει μαζί με το παρόμοιο γράμμα Ǝ.
Το Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο (ΔΦΑ) περιέχει το μικρό ə χρησιμοποιείται για να αναπαραστήσει το μέσο κεντρικό φωνήεν ή σούα. Έναν μικρό σε σχήμα εκθέτη ᵊ χρησιμοποιείται για να τροποποιήσει το προηγούμενο σύμφωνο που έχει μέση κεντρική φωνηεντική απελευθέρωση.
Το γράμμα χρησιμοποιήθηκε στο Κοινό Τουρκικό Αλφάβητο, για παράδειγμα στο αλφάβητο Γιαναλίφ της ταταρικής γλώσσας στη δεκαετία του 1920–1930. Τα λατινικά αλφάβητα για τα αζερικά και τσετσενικά χρησιμοποιούν το γράμμα για τον ήχο [/æ/]. Επίσης, σε εκλατινισμούς της γλώσσας Πάστο, το γράμμα Ə χρησιμοποιείται για να αναπαραστήσει τον ήχο ə. Όταν κάποιες λατινικές ορθογραφίες στη Σοβιετική Ένωση μετακινήθηκαν στο Κυριλλικό αλφάβητο στη δεκαετία του 1930 και του 1940, το γράμμα έχει υιοθετηθεί ολόιδιο στα κυριλλικά αλφάβητά τους.
Η λατινική μεταγραφή των αβεστικών περιλαμβάνει το σβα με μακρόν ή αλλιώς το γράμμα Ə̄/ə̄.
Ένα r-χρωματισμένο φωνήεν μπορεί να αναπαρασταθεί χρησιμοποιώντας το σύμβολο ɚ.
Ένα σβα με γάντζο (ᶕ) χρησιμοποιείται για σκοπούς φωνητικής μεταγραφής.[1]
Κωδικοποίηση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Καθώς η κληρονομική τουρκική κωδικοποίηση 8-bit ISO/IEC δεν περιέχει το Ə ούτε το ə, το Ä ä έχει χρησιμοποιηθεί μερικές φορές για τα αζερικά ενώ παράλληλα αποτελεί μέρος του ταταρικού και τουρκμενικού αλφαβήτου.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Constable, Peter (19 Απριλίου 2004). «L2/04-132 Proposal to add additional phonetic characters to the UCS» (PDF).