signal
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
signal | signals |
- το σήμα, το σύνθημα μια κίνηση ή ήχος που κάνω για να δώσω σε κάποιον πληροφορίες, οδηγίες, μια προειδοποίηση κτλ.
- το σήμα, ένα σύστημα φώτων που δείχνει στους οδηγούς να πηγαίνουν πιο αργά, να σταματούν κτλ., που χρησιμοποιείται ειδικά σε σιδηροδρόμους και δρόμους
- ⮡ the traffic signals - τα σήματα της τροχαίας
- το σήμα, μια σειρά ηλεκτρικών κυμάτων που μεταφέρουν ήχους, εικόνες ή μηνύματα, για παράδειγμα σε ραδιόφωνο, τηλεόραση ή κινητό τηλέφωνο
- ⮡ My cellphone doesn’t have signal.
- Το κινητό μου δεν έχει σήμα.
- ⮡ a radio/TV signal - σήμα ραδιοφώνου/τηλεοράσεως
- ⮡ My cellphone doesn’t have signal.
- το σύνθημα, ένα συμβάν, μια ενέργεια, ένα γεγονός κτλ. που δείχνει ότι κάτι υπάρχει ή είναι πιθανό να συμβεί
- ⮡ The workers’ strike gave the signal for the general uprising in all social classes.
- Η απεργία των εργατών έδωσε το σύνθημα της γενικής εξέγερσης όλων των κοινωνικών τάξεων.
- ⮡ The workers’ strike gave the signal for the general uprising in all social classes.
Πολυλεκτικοί όροι
[επεξεργασία]Ρήμα
[επεξεργασία]ενεστώτας | signal |
γ΄ ενικό ενεστώτα | signals |
αόριστος | signalled (ΗΒ), signaled (ΗΠΑ) |
παθητική μετοχή | signalled (ΗΒ), signaled (ΗΠΑ) |
ενεργητική μετοχή | signalling (ΗΒ), signaling (ΗΠΑ) |
signal (en)
- (μεταβατικό και αμετάβατο) κάνω μια κίνηση ή έναν ήχο για να δώσω σε κάποιον ένα μήνυμα, μια εντολή κτλ.
- ⮡ He signaled with his hand.
- Έκανε σήμα με το χέρι του.
- ⮡ He signaled with his hand.
- (μεταβατικό και αμετάβατο) κάνω σήμα, ανάβω φλας, δείχνω ότι το όχημά μου θα αλλάξει κατεύθυνση με τα φώτα ή το χέρι μου
Πηγές
[επεξεργασία]- signal (noun) - Oxford Learner's Dictionaries
- signal (verb) - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 785, 849. ISBN 9780194325684., λήμμα: σήμα, σύνθημα
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]signal (fr) αρσενικό