épais
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | épais | épais |
θηλυκό | épaisse | épaisses |
épais (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | épais | épais |
θηλυκό | épaisse | épaisses |
épais (fr)