Μετάβαση στο περιεχόμενο

Σείριος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Για τον ποταμό της Μακεδονίας, δείτε: Σείριος (ποταμός).

Συντεταγμένες: Sky map 06h 45m 08.9173s, −16° 42′ 58.017″

Σείριος
Ο αστερισμός Μέγας Κύων όπου φαίνεται η θέση του Σείριου.
ΑστερισμόςΜέγας Κύων
Συντεταγμένες
(εποχή J2000.0):
o.α. 06h 45m 09s, α. −16° 42′ 58″
Φαινόμενο μέγεθος−1,46
Φασματικός τύποςA1V
Απόσταση από τη Γη8,57 έτη φωτός

Ο Σείριος (α CMa / α Μεγάλου Κυνός / α Canis Majoris κατά Μπάγιερ) είναι το λαμπρότερο αστέρι στον νυχτερινό ουρανό με φαινόμενο μέγεθος −1,47. Βρίσκεται στον αστερισμό του Μεγάλου Κυνός. Το όνομά του σημαίνει "φωτεινός". Αν και με γυμνό οφθαλμό διακρίνεται ένα αστέρι, στην πραγματικότητα είναι διπλό άστρο, αποτελούμενο από ένα λευκό αστέρα κύριας ακολουθίας φασματικού τύπο A1V και ένα λευκό νάνο φασματικού τύπου DA2. Η απόσταση ποικίλει από 8,2 μέχρι 31,5 ΑΜ.[1]

Βρίσκεται 8,6 έτη φωτός από τη Γη, όπως προσδιορίστηκε από τον δορυφόρο Ίππαρχος[2][3][4][5], και είναι ένα από τα κοντινότερα αστέρια. Ο Σείριος πλησιάζει σταδιακά το Ηλιακό Σύστημα, και έτσι η λαμπρότητά του θα αυξάνεται για τα επόμενα 60.000 χρόνια. Μετά η απόσταση θα αρχίσει να μεγαλώνει, αλλά ο Σείριος θα εξακολουθήσει να είναι το λαμπρότερο αστέρι στον γήινο ουρανό για τα επόμενα 210.000 χρόνια.[6]

Ο Σείριος Α έχει περίπου δύο φορές μεγαλύτερη μάζα από τον Ήλιο και έχει απόλυτο μέγεθος 1,42. Είναι 25 φορές φωτεινότερος από τον Ήλιο, αλλά είναι πολύ λιγότερο φωτεινός από άλλους λαμπρούς αστέρες, όπως ο Κάνωπος και ο Ρίγκελ. Το σύστημα έχει ηλικία ανάμεσα στα 200 και 300 εκατομμύρια έτη. Αρχικά αποτελείτο από δύο γαλάζιους αστέρες. Ο Σείριος Β, ο οποίος είχε μεγαλύτερη μάζα, κατανάλωσε τα καύσιμά του και έγινε ένα ερυθρός γίγαντας πριν χάσει τα εξωτερικά στρώματα και γίνει λευκός νάνος πριν περίπου 120 εκατομμύρια χρόνια.[7]

Ο Σείριος είναι ορατός από σχεδόν όλη τη Γη τους χειμερινούς μήνες (για το Βόρειο ημισφαίριο, εκτός αν ο παρατηρητής βρίσκεται βορειότερα από τις 73 μοίρες). Μαζί με τον Πρόκυνα και τον Μπετελγκέζ σχηματίζουν ένα φωτεινό τρίγωνο που έχει την ανεπίσημη ονομασία «Χειμερινό τρίγωνο»

Ο Σείριος ήταν γνωστός στους αρχαίους Αιγύπτιους ως Σοπντέτ (στα ελληνικά Σῶθις), μια θεοποιημένη μορφή αστεριού, και καταγράφεται στα παλαιότερα αστρονομικά αρχεία. Κατά τη διάρκεια του Μέσου Βασιλείου, οι Αιγύπτιοι βάσιζαν το ημερολόγιο στην ηλιακή ανατολή του Σείριου, την ημέρα που ο Σείριος γινόταν ορατός ακριβώς πριν την ανατολή του Ήλιου, αφότου είχε απομακρυνθεί αρκετά από τη λάμψη του Ήλιου. Αυτό συνέβαινε λίγο πριν τις ετήσιες πλημμύρες του Νείλου και το θερινό ηλιοστάσιο, μετά από 70 ημέρες απουσίας από τον νυχτερινό ουρανό. Αυτή η περίοδος των 70 ημερών συμβόλιζε το πέρασμα της Ίσιδας και του Όσιρι στον κάτω κόσμο (ντουάτ).[8]

Για τους αρχαίους Έλληνες, η ηλιακή ανατολή του Σείριου σηματοδοτούσε τον καυτό καιρό του καλοκαιριού, τον οποίο ονόμαζαν κυνικά καύματα ή κυνικές ημέρες[9]. Οι κάτοικοι της Κέας πραγματοποιούσαν θυσίες στον Μέγα Κύνα και τον Σείριο ώστε να φέρει δροσερούς ανέμους και περίμεναν την ανατολή του Σείριου το καλοκαίρι για να κάνουν προβλέψεις για το μέλλον. Αν φαινόταν καθαρά ήταν καλός οιωνός ενώ αν φαινόταν ομιχλώδης και αχνός ήταν κακός οιωνός. Νομίσματα που βρέθηκαν στο νησί και χρονολογούνται από τον 3ο αιώνα παριστάνουν σκύλους ή αστέρια με ακτίνες, υποδηλώνοντας τη σημασία του Σείριου.[10]

Ο Κλαύδιος Πτολεμαίος από την Αλεξάνδρεια χαρτογράφησε τον ουρανό στο 7ο και 8ο βιβλίο της Αλμαγέστης, στα οποία χρησιμοποίησε τον Σείριο ως τον κεντρικό μεσημβρινό της σφαίρας. Επίσης, τον απεικόνισε ως έναν από τους έξι κόκκινους αστέρες. Οι άλλοι πέντε είναι αστέρες φασματικής τάξης Κ και Μ, όπως ο Αρκτούρος και ο Μπετελγκέζ.[11]

Ο Σείριος και ο συνοδός του Σείριος Β (το μικρό φωτεινό σημάδι κάτω από κέντρο, αριστερά) όπως φωτογραφήθηκαν από το Hubble το 2003

Το 1844 ο Γερμανός μαθηματικός και αστρονόμος Φρίντριχ Μπέσελ (Friedrich Wilhelm Bessel), παρατηρώντας την ιδία κίνηση του αστέρα, πρότεινε πως ο Σείριος αποτελεί στην πραγματικότητα ένα «διπλό αστέρα»[12]. Πράγματι, το 1862 ο αστρονόμος Άλβαν Κλαρκ (Alvan Graham Clark) ανακάλυψε ένα δεύτερο αστέρα, ο οποίος αναφέρεται ως Σείριος B[13]. Ο αστέρας που είναι ορατός από τη Γη αποκαλείται συχνά και Σείριος A. Τα δύο αστέρια βρίσκονται σε τροχιά μεταξύ τους, με περίοδο περίπου 50 έτη και σε μέση απόσταση 20 AU (αστρονομικές μονάδες).(Παρόλα αυτά η μυθολογία αναφέρει τον Σείριο ως τριπλό αστέρα).

Ο Σείριος Β ήταν ο πρώτος λευκός νάνος που ανακαλύφθηκε. Το γεγονός αυτό σήμαινε παράλληλα πως ο αστέρας αυτός ήταν μεγαλύτερης μάζας από το Σείριο Α, καθώς εξελίχθηκε νωρίτερα πέρα από την κύρια ακολουθία.

Η διάμετρος του Σείριου μετρήθηκε για πρώτη φορά το 1956 από τον Robert Hanbury Brown σε 3,36 ηλιακές ακτίνες.

  1. Schaaf, Fred (2008). The Brightest Stars. Hoboken, New Jersey: John Wiley & Sons. σελ. 94. ISBN 0-471-70410-5. Ανακτήθηκε στις 23 Ιουλίου 2010. 
  2. Ο τεχνητός δορυφόρος πήρε το όνομά του από τον Ίππαρχο, ο οποίος θεωρείται από αρκετούς ως ο «πατέρας της Αστρονομίας» και ως πιθανός κατασκευαστής του Μηχανισμού των Αντικυθήρων.
  3. van Leeuwen, F. (November 2007), «Validation of the new Hipparcos reduction», Astronomy and Astrophysics 474 (2): 653–664, doi:10.1051/0004-6361:20078357 
  4. Perryman, M. A. C.; Lindegren, L.; Kovalevsky, J.; et al. (July 1997), «The Hipparcos Catalogue», Astronomy and Astrophysics 323: L49–L52 
  5. Perryman, Michael (2010), The Making of History's Greatest Star Map, Heidelberg: Springer-Verlag, doi:10.1007/978-3-642-11602-5 
  6. Sky and Telescope, Απρίλιος 1998 (p60), με βάση δεδομένα από τον Hipparcos.
  7. Liebert, J.; Young, P. A.; Arnett, D.; Holberg, J. B.; Williams, K. A. (2005). «The Age and Progenitor Mass of Sirius B». The Astrophysical Journal 630 (1): L69–L72. doi:10.1086/462419. Bibcode2005ApJ...630L..69L. 
  8. Holberg 2007, σελίδες 4–5
  9. Holberg 2007, σελίδες 16–17
  10. Holberg 2007, σελ. 20
  11. Holberg 2007, σελ. 32
  12. Bessel, F. W.; communicated by Herschel, J. F. W. (December 1844). «On the Variations of the Proper Motions of Procyon and Sirius». Monthly Notices of the Royal Astronomical Society 6: 136–141. doi:10.1093/mnras/6.11.136a. Bibcode1844MNRAS...6..136.. 
  13. Flammarion, Camille (August 1877). «The Companion of Sirius». The Astronomical Register 15 (176): 186–189. Bibcode1877AReg...15..186F. 
  • Holberg, J. B. (2005). «How Degenerate Stars Came to be Known as White Dwarfs». Bulletin of the American Astronomical Society 37 (2): 1503. Bibcode2005AAS...20720501H. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]